Του Δ.Γ.Παπαδοκωστόπουλου
Tο χαμηλό βαρομετρικό της κοινοτικής επιτήρησης εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα. Δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, αλλά αναμενόμενο από πολλά χρόνια. Το δημόσιο χρέος μεγάλωνε με ταχύτητα, η παραγωγική βάση της χώρας εξαντλούνταν και οι κάθε είδους κόλακες προσπαθούσαν να πείσουν τους πολίτες ότι όλα πήγαιναν καλά.
Ο δημόσιος τομέας έφτασε στην Ελλάδα να απασχολεί περισσότερα από 700.000 άτομα, όταν ο πληθυσμός της χώρας είναι περίπου 11 εκατ., εκ των οποίων περισσότερο από 1 εκατ. είναι ξένοι μετανάστες. Με άλλα λόγια, 0,7 άτομα στα δέκα εισήλθαν στο Δημόσιο, που απαιτεί σήμερα για να λειτουργήσει 70,436 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση, όταν τα έσοδα του κράτους προβλέπεται το 2010 να φθάσουν στα 53,650 δισ. ευρώ.
Οι ανελαστικές δαπάνες (μισθοί, συντάξεις, ασφάλιση) ανέρχονται σε 42,8 δισ. ευρώ, άλλα 9,6 δισ. είναι διάφορες λειτουργικές δαπάνες, ενώ 12,95 δισ. είναι οι τόκοι για την εξυπηρέτηση του χρέους.
Το δημόσιο χρέος πλησιάζει τα 300 δισ. ευρώ και βέβαια ουδείς γνωρίζει αν το μέγεθός τους δεν είναι κι αυτό πλασματικό. Από το 1996 και μετά η δημιουργική λογιστική έχει κυριαρχήσει στα πάντα. Για πολλά χρόνια, και ενδεχομένως ακόμα, το λεγόμενο ενδοκυβερνητικό χρέος, στοιχείο αφαιρετικό του συνολικού χρέους, δηλωνόταν τηλεφωνικά από την Τράπεζα της Ελλάδος στο Υπουργείο Οικονομίας.
Ουδείς μετρούσε το πραγματικό του ύψος. Μοναδικό κριτήριο για τη διαμόρφωση του ενδοκυβερνητικού χρέους ήταν το πόσο έλλειμμα του προϋπολογισμού ήθελε να κρύψει ο εκάστοτε υπουργός Οικονομικών. Κατά έναν περίεργο τρόπο ήταν σαν το κράτος να μην ήθελε να μάθει ποια ήταν τα πραγματικά του στοιχεία. Αυτό το αξιοπερίεργο γεγονός είχε επισημανθεί τόσο από την ΕΕ όσο και από άλλους διεθνείς οργανισμούς, αλλά και από Έλληνες δημοσιογράφους (ελάχιστους), που επισήμαναν τις μεγάλες αντιφάσεις της φαραωνικής εικονικής οικονομίας από τη μία και της αδύναμης οικονομικής βάσης από την άλλη.
Μετά τη νίκη του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του 2000, υπουργοί του τότε οικονομικού επιτελείου παραδέχονταν ότι η δημιουργική λογιστική έχει κυριαρχήσει παντού και δήλωναν ότι σταδιακά θα ξεκινούσε μια προσπάθεια απεγκλωβισμού της οικονομίας από την εικονική πραγματικότητα. Ένα μεγάλο πρόβλημα που δημιουργούνταν ήταν ότι λέγοντας ως αληθινά τα κατασκευασμένα στοιχεία, από ένα σημείο και μετά η πολιτική ηγεσία δεν γνώριζε πού πάταγε και βέβαια οι αποφάσεις της σταδιακά έχαναν κάθε αξιοπιστία.
Βέβαια ποτέ δεν έγινε τίποτα, λόγω του φόβου για το πολιτικό κόστος. Εισήλθαμε το 2000 στο ευρώ και αντιληφθήκαμε ότι μπορούσαμε να συνεχίσουμε να προχωρούμε σαν χώρα, με πλαστά στοιχεία. Το μικρό μέγεθος της χώρας δεν ήταν καθοριστικό εντός της Ευρωζώνης. Η γνώση αυτή, την οποία ενίσχυαν με φαιδρά ιδεολογήματα και διάφοροι θεσμικοί παράγοντες, κατέληγε στην ανοχή του αθρόου δανεισμού. Αφού ανήκουμε στο ευρώ, θα μπορούμε να δανειζόμαστε και να εξυπηρετούμε το χρέος, έλεγαν ανερυθρίαστα υψηλόβαθμα στελέχη της Τράπεζας της Ελλάδος επί κυβερνήσεων Σημίτη.
Σήμερα αποδείχτηκε ότι αν και μέλη του ευρώ, δεν μπορούμε να δανειζόμαστε επ' αόριστον. Αν τα επιτόκια ξεπεράσουν ένα επίπεδο, το χρέος κρίνεται μη χρηματοδοτούμενο και οι δανειστές σταματούν να μας παρέχουν πιστώσεις. Την ίδια εποχή είχε παρουσιαστεί το σόφισμα ότι το ασφαλιστικό θα μπορούσαν να το λύσουν κάλλιστα οι εισφορές των μεταναστών… χωρίς εμείς σαν χώρα να πάρουμε μέτρα.
Η νέα διακυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή που ανέλαβε το 2004 στάθηκε εξαιρετικά αδύναμη να προωθήσει τις μεταρρυθμίσεις που υποσχόταν και να εισαγάγει μείζονες αλλαγές στην οικονομία. Επιλέχθηκε ο δρόμος των παρεμβάσεων, ενώ τίποτα δεν έγινε για να αντιμετωπιστεί το δημοσιονομικό πρόβλημα, που έμοιαζε με ανενεργό ηφαίστειο. Σε οχλήσεις του Γιώργου Αλογοσκούφη στον Κώστα Καραμανλή μετά το 2005, για την αναγκαιότητα να ληφθούν μέτρα, η απάντηση ήταν: να αφεθούν για αργότερα. Το ίδιο ακριβώς έγινε και μετά την αλλαγή Αλογοσκούφη τον Ιανουάριο του 2009. Ο νέος τότε υπουργός Οικονομίας Γιάννης Παπαθανασίου άργησε να καταλάβει την ένταση της χιονοστιβάδας που κατευθυνόταν πάνω στην ελληνική οικονομία.
Η αντίληψη της Νέας Δημοκρατίας στο εννεάμηνο πριν από τις εκλογές ήταν ότι θα ξεγελάσει την κρίση με μικροεπεμβάσεις, που είχαν και προεκλογικό χαρακτήρα. Μια ήταν τα φθηνά ΙΧ, μια τα επιδοτούμενα κλιματιστικά, μια τα κουφώματα των σπιτιών κ.λπ. Ήταν φανερό ότι οι άνθρωποι επιχειρούσαν να διαχειριστούν μια οικονομία σε κρίση με αστεία ημίμετρα.
Το ΠΑΣΟΚ, του οποίου έλαχε η μοίρα να αντιμετωπίσει το σημερινό πρόβλημα, αναγκάστηκε ύστερα από 4 μήνες στην κυβέρνηση να πάρει σκληρά και επώδυνα μέτρα, που μειώνουν τις κρατικές δαπάνες, αλλά δημιουργούν μεσοπρόθεσμα και τον κίνδυνο της ύφεσης. Είχαν προηγηθεί αθρόες επιθέσεις από ξένα funds κατά της Ελλάδας, που οδηγούσαν καθημερινά όλο και υψηλότερα τα επιτόκια. Η χώρα βρέθηκε αντιμέτωπη με μια εφιαλτική κατάσταση, που έβαλε τον πρωθυπουργό στο δίλημμα: μέτρα σκληρά ή χρεοκοπία και ό,τι συνεπάγεται αυτή.
Ο υφυπουργός Οικονομικών Φ. Σαχινίδης μιλώντας πρόσφατα σε ραδιοφωνικό σταθμό σημείωσε ότι αν τα μέτρα είχαν ληφθεί νωρίτερα, ενδεχομένως να είχαν αποφευχθεί οι πιέσεις. Με εάν και ίσως, όμως, δεν γράφεται η ιστορία αλλά τα μνημόσυνα.
Τα νέα σκληρά μέτρα
ΝΕΟΥΣ ΦΟΡΟΥΣ στα καύσιμα, μηδενική εισοδηματική πολιτική και αυξήσεις στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, μετά τις ασφυκτικές πιέσεις που ασκήθηκαν στα ελληνικά ομόλογα και τις παροτρύνσεις των Βρυξελλών για πιο σκληρά μέτρα. Αναλυτικότερα:
1. Αυξάνεται ο ειδικός φόρος κατανάλωσης (ΕΦΚ) στα καύσιμα. Αν και η κυβέρνηση δεν έχει καταλήξει ακόμη στο ύψος της αύξησης, εντούτοις αρμόδιες πηγές κάνουν λόγο για αναπροσαρμογή του φόρου κατά 10-20 λεπτά. Έτσι θα έρθουν στα ταμεία εισπράξεις από 800 εκατ. ευρώ έως 1,1 δισ. ευρώ μαζί με την έξτρα απόδοση του ΦΠΑ (19%) που επιβάλλεται στα καύσιμα.
2. Παγώνουν φέτος οι αυξήσεις μισθών σε 550.000 δημόσιους υπαλλήλους, που θα λάβουν μόνο την ωρίμανση. Πριν από ένα μήνα ο Γ. Παπακωνσταντίνου είχε ανακοινώσει μηδενικές αυξήσεις για εργαζομένους με αποδοχές πάνω από τα 2.000 ευρώ. Από το γενικό πάγωμα των αυξήσεων εξαιρούνται οι συντάξεις, για τις οποίες ισχύει η αύξηση στα όρια του πληθωρισμού (1,5%).
3. Αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, κάτι που συνεπάγεται αύξηση των ετών του εργασιακού βίου κατά 2 έτη.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου