τουΓ. Δελαστίκ
Ηταν σαν χθες, είκοσι χρόνια πριν. Στις 3 Οκτωβρίου του 1990, η Ομοσπονδιακή Γερμανία προσαρτούσε τα εδάφη και τον πληθυσμό της ήδη καταλυθείσης Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας.
Αυτό που όλοι νόμιζαν ότι θα ήταν το διακύβευμα του Τρίτου Παγκόσμιου -και δη πυρηνικού- Πολέμου ανάμεσα στις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ από τη μια μεριά και της Σοβιετικής Ενωσης και του Συμφώνου της Βαρσοβίας από την άλλη, η επανένωση της Γερμανίας, συνετελέσθη χωρίς να πέσει ούτε ένας πυροβολισμός! Οι ηγέτες της Δύσης εξέφρασαν τότε δημοσίως την "ευτυχία" τους για την επανένωση της Γερμανίας. Στην πραγματικότητα, στα παρασκήνια είχε προηγηθεί ένας ανελέητος πολιτικός πόλεμος για να αποτραπεί η εξέλιξη αυτή.
Ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Μιτεράν και η Βρετανή πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ είχαν παραμερίσει τις ιδεολογικές διαφορές τους και αγωνίζονταν λυσσαλέα με νύχια και με δόντια, κάνοντας ό,τι περνούσε από το χέρι τους να εμποδίσουν τη μοιραία για το μέλλον της Ευρώπης γερμανική ενοποίηση. Γνώριζαν ότι οι συσχετισμοί δυνάμεων στη Γηραιά Ηπειρο θα άλλαζαν δραματικά με την εμφάνιση στο ευρωπαϊκό προσκήνιο μιας Γερμανίας με 80 εκατομμύρια κατοίκους και μια πανίσχυρη οικονομία. Απέναντί της θα ήταν πλέον αδύνατον να σταθούν ως ισότιμοι εταίροι η Γαλλία, η Βρετανία, η Ιταλία στο πλαίσιο της τότε ΕΟΚ.
Πόσω μάλλον που έναν χρόνο αργότερα θα διαλυόταν εντελώς το αντίπαλο δέος, η Σοβιετική Ενωση, και θα μεταβαλλόταν για πολλά χρόνια στη διεθνώς αμελητέα τριτοκοσμική Ρωσία, η οποία ακόμη και σήμερα δεν έχει ούτε κατά διάνοια το διεθνές βάρος της ΕΣΣΔ. Ηταν αδύνατον όμως να ανακοπεί η επανένωση της Γερμανίας. Ο τότε Σοβιετικός ηγέτης Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, εκφραστής του καταρρέοντος εκ των έσω σοβιετικού συστήματος, είχε πλέον οικειοθελώς καταστεί όργανο των Γερμανών στο θέμα αυτό και παρέδωσε χωρίς δισταγμό την Ανατολική Γερμανία στη Δυτική. Οι απελπισμένοι Μιτεράν και Θάτσερ δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα. Ο Μιτεράν, στο πλαίσιο των ανύπαρκτων δυνατοτήτων του, προσπαθούσε να μεταθέσει στο μέλλον την αναπότρεπτη πλέον ηγεμονία του Βερολίνου επί της ευρωπαϊκής ηπείρου με μια αφελή στην ουσία της πρόταση: την οικονομική και πολιτική ενοποίηση της ΕΟΚ που το 1991 μετονομάστηκε σε ΕΕ. Υποτίθεται ότι μέσα στο πλαίσιο αυτό η Γερμανία θα μπορούσε κάπως να συγκρατηθεί στις ηγεμονικές της βλέψεις.
Ο τότε καγκελάριος της Γερμανίας Χέλμουτ Κολ δεν δίστασε ούτε στιγμή να αποδεχθεί τους υποτιθέμενους "όρους" του Φρανσουά Μιτεράν. Είχε βαθιά επίγνωση του γεγονότος ότι ο νέος συσχετισμός δυνάμεων θα επέτρεπε ο "κορσές" που ήθελαν να επιβάλουν οι Γάλλοι στη Γερμανία, η "σφιχτή" ΕΕ να μετατραπεί άνετα σε όργανο της Γερμανίας για την ευκολότερη οικονομική και πολιτική επιβολή της ηγεμονίας της σε ολόκληρη την Ευρώπη, όπως και πραγματικά έγινε. Σε πείσμα των απεγνωσμένων εκκλήσεων της Γαλλίας για "εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης", η Γερμανία προώθησε τη ραγδαία διεύρυνση της ΕΕ εντάσσοντας σε αυτήν τις βόρειες και τις ανατολικές "επαρχίες" του γερμανικού Τέταρτου Ράιχ. Ο "συμβιβασμός" Κολ - Μιτεράν έγινε στο πλαίσιο της ΕΟΚ των 12 κρατών - μελών, όπου όντως η Γαλλία είχε πολιτικό βάρος καθοριστικό. Στην ΕΕ των 27 η Γαλλία δεν έχει καμιά απολύτως ελπίδα να περάσει οποιαδήποτε θέση με την οποία διαφωνεί η Γερμανία. Το μόνο που μπορεί να κάνει το Παρίσι είναι να μπλοκάρει με το βέτο του κάποια γερμανική πρωτοβουλία. Δυστυχής παρηγορία... Αντιθέτως, το Βερολίνο αξιοποιεί την οικονομική και νομισματική ένωση και το κοινό νόμισμα προκειμένου αφενός να καθορίζει αυτό την οικονομική πολιτική όλων των κρατών - μελών της ευρωζώνης και της ΕΕ γενικότερα και αφετέρου να καθορίζει τέτοια πολιτική που να διασφαλίζει την εδραίωση και την ενίσχυση της οικονομικής, άρα και της πολιτικής ηγεμονίας της Γερμανίας στην Ευρώπη.Δεν αρκείται όμως μόνο σε αυτό. Μέσω αυτής της διαδικασίας πετυχαίνει το Βερολίνο τη διαμόρφωση τέτοιων οικονομικών και πολιτικών χαρακτηριστικών της ΕΕ που οδηγούν ευθέως στην ολοένα και πιο έντονη γερμανοποίηση της Ευρώπης.
ΒΕΡΟΛΙΝΟ Τέρμα οι Ρώσοι, έξω οι Αμερικάνοι!
ΚΑΤΑΛΥΤΙΚΕΣ επιπτώσεις στον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων είχε η επανένωση της Γερμανίας σε συνδυασμό με την κατάρρευση και διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης. Πρώτον, η εξάλειψη της ΕΣΣΔ και της εξ αυτής απειλής κάνει τη Γερμανία να απελευθερώνεται από τις ΗΠΑ, το πυρηνικό οπλοστάσιο των οποίων δεν έχει πλέον ανάγκη. Οι Αμερικάνοι είναι πλέον για τους Γερμανούς άχρηστοι και ανεπιθύμητοι στην Ευρώπη. Δεύτερον, δεν υπάρχει μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ καμία χώρα τέτοιου μεγέθους και ισχύος που να μπορεί να αμφισβητήσει τη γερμανική ηγεμονία στην Ευρώπη - πόσω μάλλον να απειλήσει τη Γερμανία. Η Ρωσία είναι ακόμη -και θα είναι για δεκαετίες- αστεία ποσότητα από αυτή τη σκοπιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου